Σάββατο 27 Απριλίου 2019

Το καπέλο του κ. Πολάκη

Περίμενα μια κάποια διευκρίνηση για την – επιεικώς άστοχη – αρχική ανάρτηση του κ. Κυμπουρόπουλου, υποψήφιου ευρωβουλευτή με τη ΝΔ, για τα δικαιώματα των ΑμΕΑ. Μάταια όπως αποδείχτηκε, γιατί η δεύτερη ήταν πιο άστοχη από την πρώτη. Μεσολάβησε βέβαια και η ανάρτηση-μπιστολιά του κ. Πολάκη που ξύπνησε τα φιλάνθρωπα αισθήματα των απανταχού οπαδών της πολιτικής ορθότητας και αποκοίμισε κάθε δυνατότητα σοβαρής συζήτησης μεταθέτοντας το ζήτημα στο ήθος του κ. Πολάκη, αγαπημένο θέμα της αντιπολίτευσης.
Τετριμμένες, ανούσιες και κατά βάθος ενοχικές θεωρώ όλες τις υπερβολικές και μεγαλόστομες εκδηλώσεις θαυμασμού για τα όσα πέτυχε ο κ. Κυμπαρόπουλος όντας καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι με σοβαρή παράλυση. Τετριμμένες και ανούσιες γιατί είναι αυτονόητες· όταν είναι ένα μικρό θαύμα να κινηθεί ένα αναπηρικό καρότσι μέσα στην πόλη με τα ανύπαρκτα πεζοδρόμια ή τις κλειστές από παρκαρισμένα αυτοκίνητα καθόδους από το πεζοδρόμιο στο δρόμο ή σε ένα κτήριο χωρίς ασανσέρ, λογικό είναι να θεωρείται τεράστιο θαύμα το να περάσει ΑμΕΑ στο Πανεπιστήμιο και μάλιστα Ιατρική, να τελειώσει και να δουλέψει. Ενοχικές γιατί καλύπτουν την παχυλή άγνοια του κοινωνικού συνόλου για το τι πραγματικά σημαίνει ΑμΕΑ· στην καλύτερη περίπτωση οίκτος και στη χειρότερη δυσφορία για τα όποια πενιχρά δικαιώματα έχουν τα άτομα αυτά που σχετικά πρόσφατα αποφασίσαμε να μην τα ρίχνουμε στον Καιάδα, κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Όσο μεγαλύτερες οι ενοχές για την άγνοια και αδράνειά μας, τόσο μεγαλύτερες και οι φωνές συμπαράστασης. Τζάμπα είναι άλλωστε τα λόγια. Στις πράξεις βέβαια υπάρχουν κάποια θέματα, ειδικά όταν θίγονται ατομικά συμφέροντα.
Έχοντας την σχετικά σπάνια τύχη να έχω παιδί ΑμΕΑ εδώ και είκοσι δύο χρόνια, έχω αρκετή εξοικείωση με τη ζωή ενός ανθρώπου με αναπηρία ώστε να γνωρίζω επαρκώς τα προβλήματα και τις δυνατότητές τους χωρίς τις συνηθισμένες υπερβολές και μελοδραματισμούς των άσχετων με το θέμα. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα είχα τη εξίσου σπάνια τύχη να γνωρίσω στον εργασιακό μου χώρο τι σημαίνει εγκεφαλική παράλυση, όπως ακριβώς την περίπτωση του κ. Κυμπαρόπουλου. Ναι, έχουν σαφώς τον θαυμασμό μου τα άτομα αυτά που παλεύουν μέσα από εξοντωτικούς σωματικούς περιορισμούς (που συνεπάγονται και την αντίστοιχη ψυχική κόπωση) να ζήσουν όσο γίνεται πιο φυσιολογικά, να διασκεδάσουν, να μορφωθούν, να έχουν φίλους. Ναι, είναι μαρτύριο η αυτοεξυπηρέτηση, συχνά και σε απλές ακόμα εργασίες και στο φαγητό κάποτε. Ναι, είναι απαίσιο να μεγαλώνουν και να συνειδητοποιούν ότι ποτέ δε θα ζήσουν μια ζωή όπως οι υπόλοιποι αρτιμελείς. Το πιο δύσκολο είναι αυτό το τελευταίο, που το καταλαβαίνουν αργά και επώδυνα όσο μεγαλώνουν σε όλες του τις διαστάσεις.
Δυστυχώς τα χειρότερα δεν εξαντλούνται εδώ, η υπόθεση ενός ατόμου με αναπηρία δεν αρχίζει και τελειώνει στο ίδιο. Υπάρχουν και οι γονείς. Που από τη στιγμή που συνειδητοποιούν την όποια αναπηρία του παιδιού τους, αλλάζει ριζικά η ζωή τους. Χτίζουν ξανά τη ζωή τους πάνω στην αναπηρία καθώς η προσωπική τους ζωή περνά σε δεύτερη μοίρα, οι οικογενειακές σχέσεις δοκιμάζονται σκληρά, η επαγγελματική τους ζωή επιβαρύνεται. Οι απλές καθημερινές εργασίες γίνονται μαρτύριο με ένα ΑμΕΑ, το σχολείο (αν υπάρχει σχολείο…) βασανιστήριο, γιατροί και άλλοι γιατροί, νοσοκομεία, ΚΕΠΑ, αγωγές και φάρμακα. Πολλά φάρμακα και όχι μόνο για την αναπηρία αλλά και για να σταθούν στα πόδια τους όσοι φροντίζουν ένα ΑμΕΑ. Τα λόγια είναι εξοργιστικά φτωχά όταν πας να περιγράψεις τι ζει καθημερινά όποιος φροντίζει άτομο με αναπηρία και ακόμα περισσότερο σε αναπηρικό καροτσάκι. Μόνο αν το ζήσει, έστω και από δίπλα, μπορεί να καταλάβει κάτι. Και να θυμόμαστε το βασικό: είναι η μόνη μέριμνα που δε λήγει με το θάνατο των γονιών. Γιατί κάποιος πρέπει να φροντίσει το άτομο αυτό όταν οι γονείς εγκαταλείψουν τον μάταιο τούτο κόσμο. Υπάρχει; Θα τα καταφέρει; Και αν έχει να φροντίσει δυο ή περισσότερα αδέλφια ΑμΕΑ; Πώς θα τα βγάλει πέρα; Δεν θα ζήσει τη δική του ζωή; Δεν έχω γνωρίσει ακόμα άνθρωπο που να ζει με αυτά τα (αναπάντητα) ερωτήματα και να κοιμάται ήσυχος τα βράδια.
Οι άνθρωποι λοιπόν που ζουν με ένα ΑμΕΑ καλούνται να φροντίσουν ένα άτομο που σε ελάχιστες και μόνο περιπτώσεις θα μπορέσει να διαχειριστεί μόνο του χωρίς επίβλεψη τη ζωή του και αν το μπορέσει, πάντα το ποσοστό αυτονομίας του θα είναι σημαντικά μικρότερο από τους υπόλοιπους συμπολίτες του. Η πολιτεία λοιπόν οφείλει να καλύψει αυτό το κενό με πολλούς τρόπους. Προσοχή: δεν καλείται να τον εξισώσει με τους υπόλοιπους, να του δώσει ίσες ευκαιρίες όπως μας είπε ο κ. Κυμπουρόπουλος. Ίσες ευκαιρίες υπάρχουν και τις έχουν νομικά όλοι σε ένα δημοκρατικό κοινωνικό σύνολο. Η άσκηση όμως των ίσων ευκαιριών απαιτεί ενίσχυση του όποιου συμπολίτη μας βρίσκεται σε προσωρινή ή μόνιμη αδυναμία με κάποιες ευνοϊκές διατάξεις του νόμου. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τα ΑμΕΑ. Ισχύει για μεγάλο αριθμό δικαιούχων από καρκινοπαθείς μέχρι παλιννοστούντες και περιλαμβάνει από οικονομική ενίσχυση μέχρι εργασία (στο δημόσιο φυσικά γιατί ο ιδιωτικός χώρος γνωρίζει μόνο από πράξεις επιδεικτικής φιλανθρωπίας που συνδέονται πάντα με φορολογικές ελαφρύνσεις). Το δικαίωμα αυτό στην εργασία άσκησε και ο κ. Κυμπουρόπουλος και πολύ καλά έπραξε. Αυτό άλλωστε ήταν το δίκαιο. Δικαιοσύνη συνεπώς ζητούν οι μειονεκτούντες σωματικά ή πνευματικά συμπολίτες μας. Δικαιοσύνη για να εφαρμοστεί στην πράξη η ισότητα. Δικαιοσύνη για μια κοινωνία χωρίς τεχνητές ή εκ φύσεως ανισότητες.
Αρχικά είχα πιστέψει ότι ο κ. Κυμπουρόπουλος χρησιμοποίησε λάθος όρο, κάτι που θα ήταν αποδεκτό διότι οι διαφορές στους όρους είναι λεπτές αν και διόλου ασήμαντες. Μετά πρόσεξα δυο πράγματα. Αρχικά το πρώτο ενικό πρόσωπο: δεν θέλησα, διεκδικώ. Όχι στο όνομα πολλών, όχι στο όνομα των ΑμΕΑ. Εγώ. Και ας υποθέσουμε ότι και αυτό είναι μια αστοχία ή ακόμα και η δίκαιη περηφάνια ενός ανθρώπου που πήγε πέρα από τα όρια που θέτει η ασθένεια για τους περισσότερους. Πώς έφτασε ως εκεί ψηλά; Δεν συμμετείχε σε αυτό η πολιτεία; Γιατί τέτοια περιφρόνηση στα μόρια και επιδόματα όταν χιλιάδες συνάνθρωποί μας τα χρειάζονται για να επιβιώσουν, σπουδάσουν, εργαστούν, όταν χωρίς αυτά θα ήταν εξαρτημένοι από τα charities, την (επιδοτούμενη και πάλι με φορολογικές ελαφρύνσεις από το κράτος) φιλανθρωπία αμερικάνικου τύπου που τόσο θαυμάζουν οι ντόπιοι – εσαεί υπόδικοι – επιχειρηματίες και οι παρατρεχάμενοί τους. Και εδώ προκύπτει ως συμπέρασμα το δεύτερο αξιοπρόσεκτο: προφανώς το οικογενειακό περιβάλλον του κ. Κυμπουρόπουλου δεν ασχολήθηκε ποτέ με ασήμαντα πράγματα όπως επιδόματα ή μόρια γιατί – πιθανολογώ, μπορεί να πέφτω έξω – ουδέποτε χρειάστηκε να περιμένει εναγωνίως το πενιχρό επίδομα βαριάς αναπηρίας για να πληρώσει λογοθεραπείες, εργοθεραπείες, φυσιοθεραπείες, πανάκριβα φάρμακα, αναπηρικά καρότσια που αλλάζουν όσο μεγαλώνει το άτομο με αναπηρία, επεμβάσεις αποκατάστασης που δε γίνονται πάντα σε νοσοκομεία και ένα σωρό παρόμοια έξοδα που καλύπτει ελάχιστα ή και καθόλου το κράτος. Και ως άριστος ο κ. Κυμπουρόπουλος (βοηθά βέβαια στην αριστεία και η οικονομική κατάσταση της οικογένειας άσχετα αν οι σύγχρονοι νεοφιλελεύθεροι αριστολάτρες πιστεύουν στην ελέω Θεού αριστεία) δε χρειάστηκε τα μόρια για εισαγωγή στην Ιατρική, συμπεραίνοντας ότι ούτε οι υπόλοιποι τα χρειάζονται. Ας φάνε παντεσπάνι λοιπόν;
Μήπως είμαι ωστόσο άδικος; Μήπως – και πάλι – άλλα ήθελε να πει ο κ. Κυμπουρόπουλος, κατά τεκμήριο σοβαρός, ιδιαίτερα αξιόλογος άνθρωπος και παράδειγμα για κάθε ΑμΕΑ; Μήπως, κρίνοντας με βάση τη δική του αναπηρία προτείνει λύσεις που αφορούν μόνο περιπτώσεις παρόμοιες με τη δική του; Μήπως άδικα του όρμησε ο κ. Πολάκης που δε φημίζεται άλλωστε για τους λεπτούς πολιτικούς του τρόπους, το κοινό ιδανικό της γαλλοθρεμμένης νηπενθούς αριστεράς και της αρχοντοθρεμμένης μεγαλοαστικής δεξιάς; Θα μπορούσε να είναι έτσι τα πράγματα, μόνο που η δεύτερη δήλωση του νεαρού υποψήφιου ευρωβουλευτή δεν άφησε περιθώρια παρερμηνείας. Καμιά διευκρίνηση, καμία επεξήγηση στην πρώτη ανάρτηση. Δηλώνει ότι δεν γνωρίζει τα παιγνίδια της πολιτικής (άσχετα αν δεν υπάρχει κανένα παιγνίδι στην περίπτωση της ανάρτησής του) ενώ έχει ήδη ξανακατέβει υποψήφιος με τον πολιτικό σχηματισμό «Πράσινοι – Αλληλεγγύη, Δημιουργία, Οικολογία». Και – πολιτικότατα – τον στεναχωρεί ιδιαίτερα η κάλυψη του Πρωθυπουργού στον κ. Πολάκη. Προφανώς ή δεν την έγραψε ο ίδιος και ανέλαβε δράση το επικοινωνιακό επιτελείο της ΝΔ ή απλώς μας δουλεύει εργαλειοποιώντας την αναπηρία του (και πάλι καθ’ υπόδειξη από το εν λόγω επιτελείο, εικάζω) και ποντάροντας στο συναίσθημα του διαδικτυακού και τηλεοπτικού κοινού, εθισμένου σε ρομαντικές και δακρύβρεχτες ιστορίες αναξιοπαθούντων που παλεύουν και τα καταφέρνουν against all odds. Στο Χόλυγουντ πάντα γιατί στη ζωή για κάθε Κυμπουρόπουλο υπάρχουν χίλιοι που πάλεψαν και απέτυχαν και που θα έμεναν στον δρόμο αν δε μεριμνούσε το κράτος. Κουτσά, στραβά, ανεπαρκώς, με μισές δουλειές αλλά πάντως μέριμνα. Γιατί ισότητα δε σημαίνει να προσλάβεις προσωπικό ώστε να μάθει στο ψάρι και στον ελέφαντα να ανεβαίνουν στο δέντρο σαν την μαϊμού, όπως λανθασμένα πιστεύει ο κ. Κυμπουρόπουλος αλλά να φροντίσει το κράτος την κάθε περίπτωση ξεχωριστά και με την κατάλληλη λύση που θα σέβεται την ιδιαιτερότητα του κάθε προβλήματος. Είτε είναι επίδομα, είτε μοριοδότηση είτε οποιαδήποτε άλλη λύση. Αυτό περιμένουμε να διεκδικήσει με την υποψηφιότητά του. Αλλά μάταια: η λέξη «επίδομα» είναι κόκκινη γραμμή για τους νεοφιλελεύθερους που προφανώς και εδώ όλο και κάποιο ψευτο-voucher μισό και απόμισο από το νυν επίδομα θα έχουν κατά νου, εξαργυρώσιμο σε entrepreneurs σαν και αυτούς που απασχολούν καθημερινά τη δικαιοσύνη με τις απάτες τους και δίνουν δουλειά σε δικηγόρους που όλως περιέργως προέρχονται αποκλειστικά από τη μεγάλη φιλελεύθερη παράταξη και τις εθνικιστικές της παραφυάδες. Λέγεται και εξορθολογισμός κρατικών δαπανών, το απόλυτο φετίχ των παιδιών από το Κολλέγιο Αθηνών, ελληνική έκδοση των παιδιών από το Σικάγο.
Η όλη υπόθεση της επίμαχης ανάρτησης θα έμενε ως ένα ακόμη διαδικτυακό ξεκατίνιασμα αν δεν υπήρχε η μαγική λέξη: Πολάκης. Με μιας έγινε μείζον ζήτημα: Ο Πολάκης προκαλεί, ασχημονεί, προσβάλλει τα ΑμΕΑ. Η υπενθύμιση, με άκομψο έστω τρόπο, ότι ο κ. Κυμπουρόπουλος έκανε χρήση ευεργετικής διάταξης για τον διορισμό του σε δημόσιο νοσοκομείο προκάλεσε ως και απειλή για πρόταση μομφής από την αντιπολίτευση στο πρόσωπο του κ. Πολάκη και αγανάκτηση μεγάλου μέρους των χρηστών των κοινωνικών δικτύων και των θεατών των ΜΜΕ. Είπαμε ήδη ότι οι περισσότεροι βλέπουν τα ΑμΕΑ, ακόμα και όταν κατεβαίνουν στον πολιτικό στίβο, ως καημένα που χρειάζονται στοργή και προδέρμ άσχετα με τι πολιτικές συνειδητά εξυπηρετούν. Λίγοι, πολύ λίγοι συσχέτισαν την ανάρτηση με τη δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι το δώρο Χριστουγέννων είναι ένα άχρηστο επίδομα και αμέσως την επόμενη ημέρα δήλωση στελέχους του ίδιου κόμματος ότι το επίδομα ανεργίας οδηγεί στην τεμπελιά. Οι περισσότεροι έμειναν στον κακό Πολάκη. Ο οποίος άλλωστε, ό,τι και να δηλώσει, ό,τι και να κάνει, είναι κακός ή αγενής ή χοντράνθρωπος. Ο κ. Πολάκης τρώει συνεχώς ξύλο (λεκτικό) σαν τον λύκο του ανέκδοτου είτε φοράει καπέλο είτε όχι. Αν φοράει θα είναι κακόγουστο, αν δεν φοράει είναι αγένεια. Και έτσι, μια ακόμα σοβαρή συζήτηση που θα μπορούσε να γίνει για τα ΑμΕΑ, την κρατική μέριμνα, τις στρεβλώσεις της και τις ανεπάρκειές της καθώς και τις όποιες προτάσεις για διόρθωση των κακώς κειμένων, κατέληξε σε μια ακόμη στείρα πολιτική αντιπαράθεση. Είτε γιατί αυτό βολεύει μικροπολιτικά είτε γιατί δεν υπάρχει σχετική πολιτική πρόταση. Μόνο ένα Κυμπουρόπουλος υπάρχει, αναλώσιμος πολιτικά αλλά προς το παρόν πολύτιμος προς άγραν ψήφων από τον χώρο των ΑμΕΑ. Και το καπέλο του κ. Πολάκη.
Συντάκτης: Φερνάζης

Δεν υπάρχουν σχόλια: