Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2018

Κομισιόν: Η πραγματική ανάπτυξη μπορεί να φτάσει το 2,3% του ΑΕΠ το 2019 και το 2020

"Έξοδος από το πρόγραμμα εν μέσω ενίσχυσης της ανάπτυξης", είναι ο τίτλος της έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τις "φθινοπωρινές" προβλέψεις της για την ελληνική οικονομία το 2018-2020, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα στις Βρυξέλλες.
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η διατήρηση της δυναμικής των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα θα συμβάλει στη στήριξη των επενδύσεων και της σύγκλισης. H απασχόληση ανακάμπτει και οι εξαγωγές αναμένεται να αποδώσουν καλά σε ιστορικά επίπεδα. Η σταθερή ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τις χαμηλές ανάγκες δανεισμού και τα υψηλά πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, σύμφωνα με την Επιτροπή, θα βοηθήσουν να μειωθεί σημαντικά ο λόγος χρέους/ΑΕΠ.
Ειδικότερα, η Επιτροπή τονίζει ότι μετά από μια ισχυρή ετήσια ανάπτυξη 2,5% το πρώτο τρίμηνο του 2018, η πραγματική ανάπτυξη του ΑΕΠ στην Ελλάδα μειώθηκε το δεύτερο τρίμηνο του 2018 στο 1,8%.
Η ιδιωτική κατανάλωση αναπτύχθηκε δυναμικά για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο, και αυξήθηκε κατά 0,6%. Οι εξαγωγές κατέγραψαν ισχυρή τριμηνιαία ανάπτυξη κατά 3,9%, κυρίως λόγω των υπηρεσιών. Οι εισαγωγές, ωστόσο, ενισχύθηκαν από τη συστολή του προηγούμενου τριμήνου, οπότε συνολικά η επίδραση των καθαρών εξαγωγών στην ανάπτυξη ήταν αρνητική. Οι επενδύσεις παρέμειναν σταθερές, ενώ η δημόσια κατανάλωση μειώθηκε.
Σε ό,τι αφορά τις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις - κλειδί για την περαιτέρω ανάπτυξη, η Επιτροπή επισημαίνει στην έκθεσή της ότι η πρόβλεψή της βασίζεται στην υπόθεση μη αλλαγής δημοσιονομικής πολιτικής το 2019 και το 2020. "Από αυτό αναμένεται να προκύψει ένα πρωτογενές πλεόνασμα στο 3,9% του ΑΕΠ για το 2019", τονίζει η Επιτροπή και προσθέτει τα εξής: "Οι διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό του 2019 βρίσκονται σε εξέλιξη και αναμένεται ότι το τελικό πακέτο μέτρων θα οδηγήσει σε ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για το 2019. Σε αυτήν την περίπτωση, η πραγματική ανάπτυξη θα είναι υψηλότερη και θα μπορούσε να φτάσει το 2,3% του ΑΕΠ το 2019 και το 2020, το οποίο είναι ευθυγραμμισμένο με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής".
H Eπιτροπή τονίζει ότι το 2018, η ανάπτυξη του ΑΕΠ είναι αναθεωρημένη στο 2% του ΑΕΠ, έναντι 1,9% στις εαρινές προβλέψεις, λόγω της βελτίωσης της δυναμικής της κατανάλωσης. Οι επενδύσεις αναμένεται να συρρικνωθούν φέτος, καθώς η ανάκαμψη των κατασκευών θεωρείται ανεπαρκής για την εξισορρόπηση της συρρίκνωσης των επενδύσεων σε εξοπλισμό.
Με βάση το σενάριο μη αλλαγής δημοσιονομικής πολιτικής, η ανάπτυξη προβλέπεται να παραμείνει σταθερή στο 2% το 2019 και το 2020. Σύμφωνα με την Επιτροπή, «οι επενδύσεις αναμένεται να γίνουν σημαντικός μοχλός ανάπτυξης, καθώς οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς, εφόσον η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, μετά το πρόγραμμα, παραμείνει ισχυρή».
Εξάλλου, η Επιτροπή εκτιμά πως συνεχίζεται η ανάκαμψη της αγοράς εργασίας, με την απασχόληση να αναπτύσσεται κατά 1,8% το 2018 και την ανεργία να πέφτει κάτω από το 17% το 2020.
Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, αναμένεται να φτάσει το 0,8% φέτος και να επιταχυνθεί περαιτέρω το 2019, καθώς ανεβαίνουν οι τιμές της ενέργειας. Με την αναμενόμενη πτώση στις τιμές πετρελαίου το 2020, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί. Οι πραγματικοί μισθοί αναμένεται να αυξηθούν σταδιακά, σε συνάρτηση με την ανάκαμψη της παραγωγικότητας.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής, η ορμή των μεταρρυθμίσεων θα διατηρηθεί, παρέχοντας αξιοπιστία και ένα «καλό» επενδυτικό κλίμα. Οι καθοδικοί κίνδυνοι, σύμφωνα με την Επιτροπή, είναι οι πολιτικές αποκλίσεις στο εσωτερικό της χώρας, καθώς και οι δυσμενείς εξελίξεις στο εξωτερικό, σχετικά με τις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις γεωπολιτικές εξελίξεις.
Όσον αφορά το δημόσιο χρέος, η Επιτροπή εκτιμά ότι θα μειωθεί σύντομα, καθώς προβλέπει δημοσιονομικό πλεόνασμα για τρίτη συνεχόμενο χρονιά. Με βάση το σενάριο μη αλλαγής πολιτικής, η Ελλάδα αναμένεται να υπερβεί τους στόχους του πρωτογενούς πλεονάσματος το 2019 και το 2020. Βασικός μοχλός του δημοσιονομικού χώρου που δημιουργείται είναι, σύμφωνα με την Επιτροπή, το μεγάλο κενό παραγωγής, τα αυξανόμενα οφέλη από προηγούμενες συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις και ανώτατα όρια στις δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη και τις νέες προσλήψεις, οι οποίες συμβάλλουν στη διατήρηση της δυναμικής των δαπανών.
Η Επιτροπή τονίζει ότι στο σενάριο «μη αλλαγής πολιτικής» προβλέπεται η εφαρμογή του προνομοθετημένου πακέτου το 2017, το οποίο προβλέπεται να τεθεί σε ισχύ το 2019 και το 2020. Toνίζει, επίσης, ότι οι ελληνικές Αρχές επανέλαβαν τη δέσμευσή τους να πετύχουν πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, όπως συμφωνήθηκε στο Eurogroup του Ιουνίου του 2018, ωστόσο, την ίδια στιγμή, το προσχέδιο του ελληνικού προϋπολογισμού της Ελλάδας δείχνει την πρόθεση της κυβέρνησης να αντικαταστήσει τα προνομοθετημένα μέτρα για το 2019 με ένα εναλλακτικό πακέτο πολιτικής. «Το μέγεθος και ο σχεδιασμός του πακέτου συμβιβασμού βρίσκονται ακόμα υπό συζήτηση και δεν έχει περιληφθεί στην παρούσα πρόβλεψη», σημειώνει η Επιτροπή.
Ως ανοδικό παράγοντα, η Επιτροπή επισημαίνει τη βελτίωση των φοροεισπρακτικών μηχανισμών, ενώ ως καθοδικό κίνδυνο επισημαίνει τις συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν μερική αντιστροφή των προηγούμενων μεταρρυθμίσεων. Πρόσθετη πίεση θα μπορούσε να ασκηθεί, σύμφωνα με την Επιτροπή, με νέες πρωτοβουλίες πολιτικής που επηρεάζουν τους μισθούς του δημοσίου.
Σε ό,τι αφορά το δημοσιονομικό πλεόνασμα, η Επιτροπή εκτιμά ότι με το σενάριο «μη αλλαγής πολιτικής», θα παραμείνει σταθερό στο 0,6% του ΑΕΠ την τριετία 2018-2020. Το δημοσιονομικό χρέος της Ελλάδας αναμένεται να φτάσει το 182,5% του ΑΕΠ φέτος και να μειωθεί στο 167,4% του ΑΕΠ το 2020, λόγω της ανάκτησης της ανάπτυξης και των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων.
 
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια: