Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Ο αριθμός του πλήθους

Σε κάποιο σημείο της «Θείας Κωμωδίας», κατά το πέρασμά του από την Κόλαση, ο Δάντης στέκει μπροστά στο πλήθος των νεκρών. Κοιτώντας τους, παρατηρεί με δέος: «Δεν το 'χα σκεφτεί πως ο θάνατος είχε ξεκάνει τόσους πολλούς». Η φράση μοιάζει απλή, ο στίχος δεν έχει τίποτα το περιττό που να προκαλεί εντύπωση, έστω αίσθηση. Είναι γιατί αυτό που εξέχει είναι η ίδια η κυριολεξία της διαπίστωσης.
Αν σταθείς λίγο περισσότερο, προσπαθείς μαζί με τον Δάντη και τον συνοδό του τον Βιργίλιο να ανακαλέσεις την εικόνα. Χρειάζεσαι έναν αριθμό. Εστω σχετικό. Τότε καταλαβαίνεις πως πρέπει να υπολογίσεις πόσους έχει ξεκάνει ο θάνατος. Και αν όχι μέχρι σήμερα, τουλάχιστον μέχρι το 1321 που τελείωσε το ποίημα. Ποιος αριθμός θα κάνει συγκεκριμένο αυτό που φυλάχθηκε για το άπειρο. Ποια όραση θα χωρέσει την ταυτόχρονη ανθρώπινη δραστηριότητα σε ένα στιγμιαίο κοίταγμα; Τι σημαίνει αυτό το πλήθος που μας υπερβαίνει;
Δεν είμαι σίγουρος πότε αντιλαμβανόμαστε για πρώτη φορά το πλήθος. Ειδικά εμείς οι κάτοικοι των βιαστικών μητροπόλεων. Και αυτό γιατί το πλήθος ορίζεται από μια εγωιστική ιδιότητα. Είτε σε περικλείει είτε σου ορίζει να απέχεις. Οταν συμμετέχεις, όταν γίνεσαι κομμάτι μιας πορείας ή μιας συναυλίας, βιώνεις μια δυνητική προέκταση και επανάληψη του εαυτού σου, αποσπώντας μια ελάχιστη συμφωνία στα σώματα των γύρω. Εκεί δεν μπορείς να μετρήσεις.
Οταν απέχεις από το πλήθος, και πάλι δεν το βιώνεις ως αριθμό. Γίνεται ροή μπροστά στα μάτια, σμήνος, βόμβος κάπου πέρα. Κάτι ακαθόριστο και συγκεκριμένο ταυτόχρονα. Μια απροσδιόριστη ύπαρξη που σε αντιμετωπίζει συνολικά. Μέσα στην εγωιστική του ύπαρξη το πλήθος παρουσιάζεται πάντοτε ως μονάδα. Μονάδα που σε περιέχει ή σε αποκλείει. Η αριθμητική δεν έχει χώρο στη συγκεκριμένη θέαση. Κυριαρχούν το δέος, ο πανικός, η υποβολή, πολλές φορές ακόμα και η αηδία.
Αλλά δεν μιλώ γι' αυτό το πλήθος. Ή μάλλον όχι γι' αυτή τη λειτουργία του. Σε κάποιο βιβλίο του ο Κουρτ Βόνεγκατ περιέγραφε το συναίσθημα που τον κυρίευσε σε ένα γήπεδο, όταν το πλήθος κλήθηκε να κρατήσει ενός λεπτού σιγή. Ο ίδιος γράφει πως το συναίσθημα δεν ήταν ένα λεπτό ησυχίας. Αυτό που τον διαπέρασε ήταν το φορτίο αυτής της σιωπής. Γιατί στην πραγματικότητα βρέθηκε μπροστά σε χιλιάδες λεπτά σιγής που προστέθηκαν. Στον χρόνο της σιωπής απλωμένο στην καθορισμένη έκταση, πολλαπλασιασμένο από τη σημασία του γεγονότος.
Εδώ το πλήθος γίνεται χρόνος. Χρησιμοποιεί το αχανές του σώμα για να περιγράψει μια στιγμή που προκάλεσε θλίψη. Ορίζει το ηθικό όριο, το οντολογικό σύνορο που πέρα από αυτό τα γεγονότα δεν ειπώνονται, δεν προκαλούν αντιδράσεις, αλλά κατοικούν στη σιωπή. Και αυτή η σιωπή θα είναι από εδώ και πέρα κατοικημένη από το πλήθος. Οταν κάποιος από τους παρευρισκόμενους στο γήπεδο ανακαλέσει -ακόμα και αν βρίσκεται εντελώς μόνος- το αρχικό συμβάν της θλίψης, η ταυτόχρονη σιωπή του πλήθους θα τον κατοικήσει. Το δυνητικό πλήθος υπερβαίνει τον χρόνο. Αλλάζει το προφανές και κατοικεί στο ακαριαίο με όλο το βάρος μιας αιώνιας επανάληψης.
Είναι η αίσθηση αυτή που κυριαρχεί (πρωτίστως στο σώμα και δευτερευόντως στη σκέψη) μπροστά σε κάθε ιστορικό τοπόσημο, σε κάθε παγκόσμιο πίνακα, σε κάθε ανθρώπινη όψη που η αναπαραγωγή της προστάζει οικειότητα. Αν τύχει και σταθείς μπροστά σε έναν πίνακα δημοφιλή στην προθήκη ενός μουσείου, αν καταφέρεις και συγκεντρωθείς ανάμεσα στα φλας και τον πρόχειρο ενθουσιασμό των τουριστών, τότε μπορεί και να καταφέρεις να κοιτάξεις πραγματικά τον πίνακα. Και αν καταφέρεις και βυθιστείς λίγο περισσότερο, τότε καταλαβαίνεις πως ο πίνακας σε κοιτάζει και αυτός. Δεν είναι το βλέμμα του σχεδίου ή του χρώματος. Είναι το πλήθος από τα στοιβαγμένα βλέμματα που τον κατοικούν μέσα στον χρόνο. Ολες οι διαδρομές της όψης που διανύθηκαν σε μια κοινή επιφάνεια. Σταματάς να τον βλέπεις, όταν απότομα διαπιστώνεις πως το βλέμμα σου δεν είναι τίποτα άλλο από μια ισχνή πρόσθεση στο φορτίο αυτού του πλήθους.
Εγκλειστοι στον ενικό εαυτό μας, δύσκολα αντιλαμβανόμαστε πόσο πλήθος καιροφυλακτεί γύρω μας. Ακόμα και στη μόνωσή μας. Ακόμα και στο σφραγισμένο σαλόνι μας. Δεν υπάρχει μοναξιά. Μόνο τεχνητή σιωπή του πλήθους. Των αφορμών που ανακαλούν το πλήθος. Και ένας ενικός που διαρκώς πολιορκείται από τη ζωή στον χρόνο και στον χώρο, από την επανάληψη και την εκδοχή, από το ίδιο το κομμάτι του εαυτού μας που ορίζει το κάθε συμβάν ως πιθανότητα και άρα ως δυνατότητα. Από το πληθυντικό κομμάτι του εαυτού μας.

Θωμάς Τσαλαπάτης

Δεν υπάρχουν σχόλια: