Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

Έκθεση ΤτΕ: Η θετική αξιολόγηση ενισχύει την εμπιστοσύνη

Κατατέθηκε η έκθεση της Τραπέζης Ελλάδος για τη Νομισματική πολιτική. "Βλέπει" άρση της αβεβαιότητας, μετά το κλείσιμο της αξιολόγησης. Σημειώνει ότι επείγει η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων. Τι προβλέπει για την ύφεση και τι προτείνει για το πρωτογενές πλεόνασμα.
Ευνοϊκά για την ελληνική οικονοµία θα λειτουργήσει η θετική αξιολόγηση καθώς θα ενισχύσει την εµπιστοσύνη και θα άρει την αβεβαιότητα που επιβάρυνε το κλίµα και ανέστειλε επενδυτικές αποφάσεις.
Θετικές παραμένουν οι προοπτικές για το δεύτερο εξάμηνο του έτους, όμως υπάρχουν ακόμη κίνδυνοι. Τα μηνύματα αυτά προέρχονται από την έκθεση της Τραπέζης Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική που κατέθεσε σήμερα το πρωί στη Βουλή ο διοικητής της Τράπεζας κ. Γιάννης Στουρνάρας.
Aν δεν επιτύχουµε σύντοµα θετικούς και αυξανόµενους ρυθµούς µεταβολής του ΑΕΠ, θα δυσχερανθεί σηµαντικά η επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί και θα αποδυναµωθούν οι θετικές επιδράσεις, επισημαίνει με έμφαση η κεντρική τράπεζα.
Επείγει ο προσανατολισµός της οικονοµικής πολιτικής προς τις µεταρρυθµίσεις και τις ιδιωτικοποιήσεις που θα ενισχύσουν την ανάπτυξη και θα αντισταθµίσουν τις υφεσιακές επιπτώσεις της υψηλής φορολογίας.
Ειδική μνεία γίνεται για την πορεία του πρωτογενούς πλεονάσματος, αλλά και για την προβλεπόμενη για οριακή ύφεση της εγχώριας οικονομίας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος, για το σύνολο του 2016 προβλέπεται οριακά αρνητικός ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ -0,3%, καθώς αναμένονται, στο γ΄ και το δ΄ τρίμηνο, θετικοί ρυθμοί μεταβολής που θα αντισταθμίσουν εν μέρει το αρνητικό αποτέλεσμα του α’ εξαμήνου του έτους.
Στο μεταξύ, η Τράπεζα της Ελλάδος επανέρχεται στο θέμα της αναπροσαρμογής και μείωσης του στόχου το πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης στο 2% του ΑΕΠ μετά το 2018.
Οπως επισημαίνεται “ το πρόβλημα του δημόσιου χρέους δεν αντιμετωπίζεται σήμερα στο πλαίσιο της ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας των ιδιαίτερα χαμηλών επιτοκίων, αλλά μετατίθεται για επανεξέταση μετά το τέλος του προγράμματος. Οι οριστικές αποφάσεις για το χρέος υπόκεινται, πρώτον, στη θετική συνολική αξιολόγηση του προγράμματος και, δεύτερον, στα πορίσματα μιας νέας ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους, η οποία θα γίνει το 2018.
Τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να συνοδευθούν και από ελάφρυνση του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου. Συγκεκριμένα, ο τελικός στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης από 3,5% του ΑΕΠ μπορεί να μειωθεί σε 2% του ΑΕΠ μετά το 2018, ώστε να καταστεί δυνατή η ταχύτερη επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε βιώσιμους και σχετικά υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Άλλωστε, η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι ελάχιστες χώρες μπόρεσαν να διατηρήσουν πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ για ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως απαιτείται στην περίπτωση της Ελλάδος από το 2018 και μετά.
Η βιωσιμότητα του χρέους
Σενάρια βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους που επεξεργάστηκαν τα στελέχη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης και Μελετών της Τράπεζας της Ελλάδος υποδηλώνουν ότι πρωτογενή πλεονάσματα 2% του ΑΕΠ από το 2018 και μετά είναι συνεπή με βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, αρκεί (α) να μετατεθούν περαιτέρω οι λήξεις των δανείων κατά 20 έτη και (β) να εξομαλυνθούν οι πληρωμές των τόκων που μεταφέρονται και κεφαλαιοποιούνται σε μια περίοδο 20 ετών.
Η υιοθέτηση χαμηλότερων δημοσιονομικών στόχων θα δώσει τη δυνατότητα για μείωση της φορολογίας, που σήμερα είναι υψηλή. Αυτό θα έχει ως συνέπεια ηπιότερες επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία και κατ’ επέκταση υψηλότερους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης μεσομακροπρόθεσμα, γεγονός που θα καταστήσει ταχύτερη την αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους.
Από την άλλη πλευρά, η Τράπεζα της Ελλάδος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την υπερβολική όπως σχολιάζει χαρακτηρηστικά αύξηση των φόρων που αποφασίστηκε στο πλαίσιο της πρώτης αξιολόγησης για να καλυφθεί το δημοσιονομικό κενό της περιόδου 2016-2018. Μια μεγαλύτερη του αναμενομένου υφεσιακή επίπτωση του αυξημένου φορολογικού βάρους θα είχε ως δευτερογενή επίδραση την απόκλιση των δημοσιονομικών στόχων για τα έσοδα.
Επιπλέον, τυχόν καθυστέρηση στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων που προβλέπονται στο πρόγραμμα θα περιορίσει την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα αναζωπύρωση της αβεβαιότητας, υπονόμευση του κλίματος εμπιστοσύνης και εξασθένηση των προοπτικών οριστικής εξόδου από την κρίση. Επίσης, τυχόν επιδείνωση της προσφυγικής κρίσης θα μπορούσε να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στον τουρισμό και το εμπόριο, επιβραδύνοντας την ανάκαμψη της οικονομίας.
Παράλληλα, εξακολουθούν να υφίστανται κίνδυνοι και αβεβαιότητες όσον αφορά την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίοι μπορούν να επιβραδύνουν την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Τα θετικά της αξιολόγησης
Κάνοντας μνεία στις θετικές επιπτώσεις από την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης , γίνεται λόγος για δυνητικό όφελος έως 500 εκατ. ευρώ για τις τράπεζες από την επαναφορά του waiver και τη συμμετοχή τους στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Η απόφαση του Eurogroup της 24ης Μαΐου, µε την οποία αναγνωρίζεται η επίτευξη συµφωνίας σε επίπεδο τεχνικών κλιµακίων και τίθενται στέρεες βάσεις για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, είναι ένα σηµαντικό βήµα στην πορεία εφαρµογής του τρέχοντος προγράµµατος. Η απόφαση αυτή έχει άµεσα και έµµεσα οφέλη, όπως:
-Την τµηµατική εκταµίευση δόσεων ύψους 10,3 δισεκ. ευρώ έως το φθινόπωρο του 2016, εκ των οποίων 6,8 δισεκ. ευρώ αφορούν κάλυψη των αναγκών εξυπηρέτησης του δηµόσιου χρέους, ενώ ποσό 3,5 δισεκ. ευρώ θα διατεθεί για την εκκαθάριση µέρους των ληξιπρόθεσµων οφειλών της Γενικής Κυβέρνησης. Η εξέλιξη αυτή εκτιµάται ότι θα έχει θετικό αντίκτυπο στη ρευστότητα και την οικονοµική δραστηριότητα το β’ εξάµηνο του 2016.
-Την αναµενόµενη απόφαση του ∆ιοικητικού Συµβουλίου της ΕΚΤ για την επανένταξη των ελληνικών κρατικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστηµα εξασφαλίσεις ("waiver”), γεγονός που θα επιτρέψει την πιο φθηνή χρηµατοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
-Τη δυνατότητα συµµετοχής και των ελληνικών κρατικών οµολόγων στο πρόγραµµα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Η επανένταξη των ελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστηµα εξασφαλίσεις και η συνεπαγόµενη πιο φθηνή αναχρηµατοδότηση των τραπεζών, σε συνδυασµό µε τη συµµετοχή των ελληνικών κρατικών οµολόγων στις παρεµβάσεις ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, εκτιµάται ότι θα έχουν σηµαντική θετική επίδραση στα αποτελέσµατα των τραπεζών, δυνητικού ύψους περί τα 400 µε 500 εκατοµµύρια ευρώ. Τα έµµεσα οφέλη όµως, όπως για παράδειγµα η αναβάθµιση της πιστοληπτικής ικανότητας του Ελληνικού ∆ηµοσίου και των ελληνικών τραπεζών, αναµένεται να είναι σηµαντικά υψηλότερα.
-Τη βάσιµη προοπτική ότι οι αποδόσεις των οµολόγων του Ελληνικού ∆ηµοσίου και των οµολογιακών τίτλων που έχουν εκδώσει ελληνικές επιχειρήσεις στη διεθνή αγορά θα αποκλιµακωθούν µε γοργό ρυθµό, όπως έχει αρχίσει να συµβαίνει.
Τα παραπάνω αναµένεται να ενθαρρύνουν την επιστροφή των καταθέσεων στο ελληνικό τραπεζικό σύστηµα, η οποία θα επιτρέψει τη χαλάρωση και τελικά άρση των κεφαλαιακών περιορισµών. Η εξέλιξη αυτή, σε συνδυασµό µε την αποτελεσµατικότερη διαχείριση των µη εξυπηρετούµενων δανείων, θα συµβάλει στην υποχώρηση του κόστους δανεισµού και θα αυξήσει σταδιακά την πιστοδοτική ικανότητα των ελληνικών πιστωτικών ιδρυµάτων, µε ευνοϊκές επιδράσεις στη χρηµατοδότηση και κατ’ επέκταση στο ρυθµό ανάπτυξης της ελληνικής οικονοµίας.
Κόκκινα Δάνεια
Σήμερα το μεγαλύτερο πρόβλημα του τραπεζικού συστήματος είναι το υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών.Η ριζική αντιμετώπισή του, σε συνδυασμό με την πρόσφατη ανακεφαλαιοποίηση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος και την αναμενόμενη αύξηση της ρευστότητας, κατόπιν της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, θα ενισχύσει την ικανότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων να στηρίξουν με χρηματοδότηση την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.
Πράγματι, το 2015 κατέστη αναγκαία σημαντική αύξηση των προβλέψεων έναντι του πιστωτικού κινδύνου, με συνέπεια οι ζημίες των ελληνικών τραπεζών να διευρυνθούν και να φθάσουν τα 9 δισ. ευρώ. Η ποιότητα των χαρτοφυλακίων δανείων των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων χειροτέρευσε, ώστε το μερίδιο των συνολικών ανοιγμάτων που χαρακτηρίζονται ως μη εξυπηρετούμενα να φθάσει το 44,2% τον Δεκέμβριο του 2015 από 39,9% τον Δεκέμβριο του 2014. Το εν λόγω ποσοστό, σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία, αυξήθηκε περαιτέρω σε 45,2% τον Μάρτιο του 2016, ωστόσο η μεταβολή αυτή οφείλεται ουσιαστικά στη μείωση του παρονομαστή, καθώς η δημιουργία νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων δείχνει σημάδια εξασθένησης.
Είναι ενθαρρυντικό πάντως ότι το ποσοστό κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από τις συσσωρευμένες προβλέψεις υπερβαίνει ελαφρά το 50%, ενώ οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας συνολικά του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, κατόπιν της ανακεφαλαιοποίησης, αυξήθηκαν πάνω από 16% το 2015.
Εξάλλου, έχουν εισαχθεί πρόσφατα πολλές βελτιώσεις στο θεσμικό περιβάλλον που προάγουν την αποτελεσματικότερη διαχείριση εκ μέρους των τραπεζών των προβληματικών στοιχείων ενεργητικού. Συγκεκριμένα, έχουν υιοθετηθεί σημαντικά νομοθετήματα με αντικείμενο την επιτάχυνση της αναγκαστικής εκτέλεσης και γενικότερα των διαδικασιών στα δικαστήρια, τη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων νοικοκυριών, καθώς και την απλοποίηση της εξυγίανσης και της ειδικής εκκαθάρισης των επιχειρήσεων.
Εκτιμάται ότι οι πρωτοβουλίες που έχουν δρομολογηθεί για τους επόμενους μήνες αποτελούν ιδιαίτερα σημαντικές τομές όσον αφορά στη δομή του ελληνικού τραπεζικού τομέα και την αναδιάταξη των εγχώριων τραπεζών. Ειδικότερα, είναι αναγκαίο να υλοποιηθούν σύντομα:
• Η ανάπτυξη δευτερογενούς αγοράς δανείων (εξυπηρετούμενων ή μη), ώστε να διευρυνθεί ο αριθμός των συμμετεχόντων και να εμπλουτιστεί η τεχνογνωσία ως προς τη διαχείριση επισφαλών δανείων.
• Η αναμόρφωση του πλαισίου εξωδικαστικού διακανονισμού χρέους, ώστε να υπάρξουν δυνατότητες ταχείας, αποτελεσματικής και διαφανούς ρύθμισης χρεών προς ιδιώτες και φορείς του Ελληνικού Δημοσίου.
• Η βελτίωση των υποδομών της δικαιοσύνης και της εξειδικευμένης τεχνογνωσίας των δικαστών.
• Η επίλυση χρόνιων ζητημάτων που σχετίζονται με τη φορολογική μεταχείριση διαγραφών και σχηματισμού προβλέψεων τόσο για τους δανειολήπτες όσο και για τους δανειστές.
• Η εισαγωγή διατάξεων που εξασφαλίζουν τη συνεργασία των μετόχων στις προσπάθειες των τραπεζών για εξυγίανση επιχειρήσεων.
Εντυπωσιακό είναι ότι η Τράπεζα της Ελλάδος ζητά πιο ενεργητική πολιτική διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων από την πλευρά των τραπεζών μέσω μεγαλύτερης έμφασης σε μακροχρόνιες ρυθμίσεις, συντονισμένη αντιμετώπιση των κοινών πιστούχων, καθώς και έμφαση στην αναδιάρθρωση των βιώσιμων επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, είναι κρίσιμη η επίτευξη των στόχων της ταχείας μείωσης του μεγάλου όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, οι οποίοι θα συμφωνηθούν από κοινού με την Τράπεζα της Ελλάδος και την ΕΚΤ στο αμέσως προσεχές διάστημα.
Για μια βιώσιμη ανάκαμψη
Με βάση τα δεδομένα της πραγματικής οικονομίας και τις αναμενόμενες θετικές επιπτώσεις της πρώτης αξιολόγησης, είναι βάσιμο να προβλεφθεί ότι πλησιάζει το τέλος της ύφεσης και ότι στα τέλη του 2016 θα καταγραφούν σαφείς ενδείξεις ανάκαμψης. Για να μετατραπεί όμως η ανάκαμψη αυτή σε βιώσιμη και ταχεία ανάπτυξη, απαιτούνται συγκεκριμένες και συνδυασμένες δράσεις με στόχο τη δημιουργία ενός “περιβάλλοντος ανάπτυξης”. Αυτό σημαίνει:
1ον. Εμπέδωση της εμπιστοσύνης και ενίσχυση της εκτίμησης ότι η ελληνική οικονομία έχει επανέλθει στην κανονικότητα και δεν επιφυλάσσει ανεπιθύμητες παλινδρομήσεις. Για να συμβεί αυτό, πρέπει το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων να εφαρμόζεται με συνέπεια και συνέχεια.
2ον. Αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Όπως έχει προτείνει εδώ και καιρό η Τράπεζα της Ελλάδος, ταυτόχρονα με την υλοποίηση των απαιτούμενων μεταρρυθμίσεων, η αξιοποίηση της αδρανούσας δημόσιας περιουσίας και η ταχεία προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων είναι τα ισχυρότερα μέσα όχι μόνο για την τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας και την επίτευξη διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης, αλλά και για την υποβοήθηση της δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς συμβάλλουν στην αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους.
3ον. Αντιμετώπιση του υψηλού αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, η οποία αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση για το τραπεζικό σύστημα. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος όχι μόνο θα ελαφρύνει το βάρος για τους δανειολήπτες που θα συνεργαστούν, αλλά και θα επιτρέψει στις τράπεζες να απελευθερώσουν κεφάλαια, τα οποία θα μπορούσαν να κατευθυνθούν στις πιο δυναμικές και εξωστρεφείς επιχειρήσεις, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στη συνολική αναδιάρθρωση της οικονομίας υπέρ των κλάδων παραγωγής εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, με αποτέλεσμα την άνοδο της συνολικής παραγωγικότητας και του δυνητικού ρυθμού ανάπτυξης ακόμη και σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
4ον. Μεταρρυθμίσεις για τόνωση της εξωστρέφειας. Η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και στη λειτουργία του δημόσιου τομέα θα οδηγήσει σε αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης, ενώ παράλληλα αναμένεται να διευκολύνει την καινοτομία και την εισαγωγή νέων τεχνολογιών μέσω της ενίσχυσης του ανταγωνισμού. Με τη σειρά τους, οι εξελίξεις αυτές θα βελτιώσουν την ποιότητα των ελληνικών εξαγωγών, ενώ θα διευρύνουν την εξαγωγική βάση και τη συνολική παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας. Το γεγονός αυτό θα καταστήσει διατηρήσιμη την υποχώρηση των ελλειμμάτων στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, ενώ παράλληλα θα αυξήσει το δυνητικό προϊόν σε μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Λίλυ Σπυροπούλου
Πηγή: News247.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: