Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2021

Κουβερτούλα

Η κουβέρτα είναι ένα αντικείμενο πολύ κοντά στον άνθρωπο, σχεδόν όσο και τα ρούχα που φοράει.
«Η σχολική αίθουσα θα πρέπει να αερίζεται συχνά και καλά. Για τον λόγο αυτό το κάθε παιδί θα πρέπει να έχει μαζί του μια μικρή κουβερτούλα τοποθετημένη σε σακούλα με το όνομά του. Κάθε Παρασκευή θα επιστρέφεται στο σπίτι για πλύσιμο». Σε ένα από τα δημοτικά σχολεία που άνοιξαν στις 11 Ιανουαρίου, στη Χαλάστρα Θεσσαλονίκης, η διευθύντρια έστειλε στους γονείς μια ανακοίνωση η οποία, μεταξύ άλλων, ανέφερε και αυτήν τη διασκεδαστική οδηγία με την κουβερτούλα.
Και καλά έκανε. Ετσι τα παιδιά μας θα είναι ασφαλή από τον κορονοϊό, εφόσον θα αερίζεται καλά η τάξη τους, χώρια που θα είναι και χουχουλιάρικα, όλα τυλιγμένα στις πολύχρωμες κουβερτούλες τους, σαν καρτούν, μπιμπελό ή στολίδια χριστουγεννιάτικου δέντρου.
Κι αν σκεφτεί κανείς πως θα είναι και πολλά –είκοσι, ακόμα και είκοσι πέντε ή και είκοσι εφτά παιδάκια–, το δημοτικό της Χαλάστρας θα κάνει χαλάστρα στις θρηνωδίες των γκρινιάρηδων που επιμένουν πως το να λειτουργήσουν τα δημοτικά με τόσα πολλά παιδιά σε κάθε τάξη είναι επικίνδυνο.
Στο κάτω κάτω κοστίζει λιγότερο να ανοίγει κανείς τα παράθυρα και να τυλίγεται με την κουβερτούλα που έχει φέρει από το σπίτι του, από το να φτιάξει το κράτος καινούργιες αίθουσες διδασκαλίας, προσλαμβάνοντας περισσότερους δασκάλους και δασκάλες για να τις στελεχώσουν, ώστε να μειωθεί ο αριθμός των παιδιών ανά τάξη και κατά συνέπεια να αυξηθούν οι αποστάσεις μεταξύ των μαθητών εμποδίζοντας κάπως περισσότερο τη διάδοση του ιού.
Οπως και να ’χει, αυτή η κουβερτούλα έγραψε, που λένε, και ακούστηκε πολύ. Γιά να δούμε, λοιπόν, την καταγωγή της λέξης. Η κουβέρτα: το κλινοσκέπασμα το οποίο τοποθετείται πάνω από το πανωσέντονο όταν κοιμόμαστε ή με το οποίο τυλιγόμαστε όταν κρυώνουμε· αλλά και το κατάστρωμα του πλοίου. Η λέξη προέρχεται από τη μεσαιωνική βενετική coverta, από το λατινικό coopertus, που είναι μετοχή του ρήματος co-operire, δηλαδή «συγκαλύπτω, σκεπάζω».
Από την ίδια λατινική ρίζα, μέσω του γαλλικού couverture, παράγεται και η «κουβερτούρα», που είναι, σύμφωνα με το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, το κάλυμμα βιβλίου ή τετραδίου, το περικάλυμμα, το εξώφυλλο, αλλά και η σκληρή και πικρή σοκολάτα που χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική για επικάλυψη γλυκών.
Επίσης, το κουβέρ (couvert στα γαλλικά), που είναι οτιδήποτε περιλαμβάνεται στο σερβίρισμα και προσφέρεται στους πελάτες εστιατορίου, ανεξάρτητα του τι έχουν παραγγείλει, όπως το ψωμί και το βούτυρο, αλλά και το ατομικό σερβίτσιο (τραπεζομάντιλο, επιτραπέζια σκεύη). Κουβέρ είναι επίσης και το ποσό με το οποίο τα εστιατόρια χρεώνουν τους πελάτες για το σερβίρισμα και την όλη εξυπηρέτηση που παρέχουν. Εντέλει, υπάρχει και το ομόρριζο couvrelit, που στα ελληνικά έχει αποδοθεί ως «κουβερλί», που είναι το ελαφρύ κάλυμμα του κρεβατιού, σύμφωνα με το Μείζον Ελληνικό Λεξικό.
Για να ξαναγυρίσουμε στην κουβέρτα, αυτή έχει δώσει κάποιες παροιμίες και εκφράσεις, όπως το επίθετο «τρικούβερτος», που σημαίνει τον εκτεταμένο, τον μεγάλο σε διαστάσεις, ποσότητα ή ένταση, αλλά αυτή είναι η μεταφορική σημασία της λέξης. Η κυριολεκτική είναι αυτή που αναφέρεται στις τρεις κουβέρτες, δηλαδή στα τρία καταστρώματα ενός (μεγάλου) πλοίου. Η έκφραση «τρικούβερτο γλέντι», μπορεί να ξεκίνησε από τις τρεις κουβέρτες ενός καραβιού, αλλά έφτασε να σημαίνει κάθε έντονο, πλούσιο, έξαλλο ξεφάντωμα.
Κουβέρτα υπάρχει και στη φράση «αβέρτα - κουβέρτα». Σημαίνει «χωρίς καμιά προφύλαξη ή αναστολή, χύμα», λέει το Λεξικό. Συνώνυμες εκφράσεις: «ανοιχτά, έξω από τα δόντια, καθαρά, φανερά, άφοβα». Αυτό το «αβέρτα» προέρχεται από το βενετικό averto που σημαίνει «απροκάλυπτος, ευρύχωρος», με προέλευση από το λατινικό apertus, δηλαδή «ανοιχτός».
Για να δηλωθεί παροιμιακά η παραίνεση του να μην επιδιώκουμε αυτά που είναι πέραν των δυνάμεών μας, να μην ξοδεύουμε περισσότερα απ’ όσα κερδίζουμε και γενικά να φτάνουμε μέχρι εκεί που «μας παίρνει», τα παπλώματα κάθε είδους, άρα και οι κουβέρτες, έχουν χρησιμοποιηθεί ευρύτατα. Οι παλιότεροι έλεγαν «άπλωνε τον πόδα σου κατά το εφάπλωμά σου», που εκσυγχρονίστηκε ως «τα πόδια σου να τα απλώνεις μέχρι εκεί που φτάνει η κουβέρτα σου».
Με ασήμαντες παραλλαγές (αντί για κουβέρτα, πάπλωμα ή σεντόνι, κι αντί για πόδια, αρίδα, που είναι το κάτω μέρος του ποδιού, και συνεκδοχικά ολόκληρο το πόδι) η παροιμία αυτή απαντά κυριολεκτικά παντού: από τις κοντινές Αλβανία, Ιταλία και Ρουμανία μέχρι τη Γερμανία, την Αγγλία και την Ισλανδία.
Η κουβέρτα, λοιπόν, είναι ένα αντικείμενο πολύ κοντά στον άνθρωπο, σχεδόν όσο και τα ρούχα που φοράει, καθώς του δίνει μια θαλπωρή και μια προστασία που μερικές φορές είναι αυτό που τον χωρίζει από την αρρώστια ή και τον θάνατο. Πέρα από την πλάκα για τις κουβερτούλες, ποιος μπορεί να ξεχάσει τις συγκλονιστικές εικόνες με εκείνες τις ισοθερμικές ιατρικές χρυσαφιές και ασημιές κουβέρτες έκτακτης ανάγκης από ειδικό φύλλο αλουμινίου, τυλιγμένες γύρω από συγκλονισμένους ανθρώπους, θύματα ατυχημάτων ή φυσικών καταστροφών, ή πρόσφυγες που παράδερναν για μέρες στα κύματα, καταφέρνοντας τελικά να διασωθούν από τον πνιγμό;
Οι μανάδες και τα παιδιά που τυλίχτηκαν σ’αυτές τις κουβέρτες εξυψώνουν, αν μπορώ να πω κάτι τέτοιο, αυτό το συνηθισμένο αντικείμενο σε κάτι που συμβολίζει όχι απλώς τη φροντίδα και το θάλπος, αλλά την ίδια την αλληλεγγύη, την κοινωνική ευαισθησία, κι εντέλει την ανθρωπιά.
Οπότε, αυτή η ανακοίνωση της διευθύντριας του δημοτικού σχολείου στη Χαλάστρα της Θεσσαλονίκης αποκτά ένα βάθος που ξεπερνάει τα καλαμπουράκια για τα κουβερτάκια, στις πλαστικές σακουλίτσες τους, με τα ονόματα των παιδιών πάνω τους που θα επιστρέφονται κάθε Παρασκευή στο σπίτι για πλύσιμο. Αυτές οι κουβέρτες φαίνεται πως υλοποιούν τη δική μας, των γονιών και των πολιτών γενικότερα, ενέργεια απέναντι όχι μόνο στον κορονοϊό που μας απειλεί, εμάς και τα παιδιά μας, αλλά και απέναντι σε ένα κράτος που με τις πράξεις ή τις παραλείψεις του δείχνει ότι τελικά αδιαφορεί για την υγεία και τη ζωή των πολιτών. Ενίοτε απροκάλυπτα, αβέρτα - κουβέρτα.

Παύλος Μεθενίτης
Πηγή: efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: