Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020

Πυρά στον κατώτατο μισθό

Ευρωπαίοι εργοδότες, ανατολική Ευρώπη αλλά και σκανδιναβικά συνδικάτα αντιδρούν στο Σχέδιο Οδηγίας για ένα πλαίσιο αξιοπρεπών κατώτατων μισθών και ενίσχυσης του ρόλου των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων.
«Kαταστροφή». «Νομοθετικό τέρας». «Επικίνδυνα πειράματα». Αυτές είναι οι εκφράσεις με τις οποίες η BusinessEurope, η ευρωπαϊκή ομπρέλα των εργοδοτικών οργανώσεων από τα 27 κράτη-μέλη της Ε.Ε., αποδοκίμασε το σχέδιο Οδηγίας που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 28 Οκτωβρίου για ένα πλαίσιο αξιοπρεπών κατώτατων μισθών και ενίσχυσης του ρόλου των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συλλογικών συμβάσεων στην Ε.Ε.
Απογοητευμένη γιατί η Επιτροπή δεν περιορίστηκε σε σύσταση, αλλά κατέθεσε σχέδιο Οδηγίας πρωτοβουλίας και μάλιστα με ταχύτατους ρυθμούς -αν σκεφτεί κανείς ότι συχνά από την ανακοίνωση μέχρι και την κατάθεση στο Ευρωκοινοβούλιο μιας νομοθετικής πρότασης μπορεί να περάσουν και πάνω από δύο χρόνια-, η ένωση των Ευρωπαίων εργοδοτών, στους οποίους μετέχει με εκπρόσωπό του στις Βρυξέλλες και ο ΣΕΒ, εξέδωσε την επομένη της δημοσιοποίησης του κειμένου της Επιτροπής μια πολύ σκληρή ανακοίνωση, η οποία προδιαγράφει και την αντιπαράθεση που θα ακολουθήσει σε όλα τα επίπεδα της διαπραγμάτευσης που θα πραγματοποιηθεί μέχρι κι αν γίνει ποτέ Οδηγία, μιλώντας και εξ ονόματος των συνδικάτων του ευρωπαϊκού Βορρά.
«Η πρόταση είναι ενάντια στην πλειοψηφούσα άποψη των κρατών-μελών, πολλά από τα οποία επιθυμούν ένα μη δεσμευτικό εργαλείο, και αγνοεί τις ισχυρές ενστάσεις της ευρωπαϊκής επιχειρηματικής κοινότητας. Επίσης είναι σε αντίθεση με τα σκανδιναβικά συνδικάτα τα οποία εναντιώνονται σε νομοθετικές παρεμβάσεις αναφορικά με τις αυτόνομες συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων για τον καθορισμό των ημερομισθίων [...] Αυτό που προτείνει η Κομισιόν είναι ένα νομοθετικό τέρας» αναφέρεται μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση που εξέδωσε η οργάνωση των Ευρωπαίων εργοδοτών.
Αν και η Business Europe είχε παραλείψει να εκφράσει την ίδια προσήλωση στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και τους φόβους της για υπονόμευση της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων όταν καταργήθηκε στην Ελλάδα η ελεύθερη διαπραγμάτευση για τον κατώτατο μισθό τη μνημονιακή περίοδο, δεν αποτελεί τη μοναδική πολέμιο της πρότασης Οδηγίας. Πρόταση με την οποία επιχειρείται να τεθεί ένα πλαίσιο για την καθιέρωση κατώτατων μισθών οι οποίοι θα εξασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση μέσα από συλλογικές συμβάσεις που θα καλύπτουν όχι λιγότερο από το 70%.
Στην Επιτροπή Απασχόλησης του Ευρωκοινοβουλίου
Τα βέλη δεν προέρχονται μόνο από τους εργοδότες αλλά είναι και εξ οικείων, όπως απεδείχθη από την κριτική που δέχτηκε ο Νικολά Σμιτ, επίτροπος Απασχόλησης και θιασώτης της πρότασης, στη συνεδρίαση της Επιτροπής Απασχόλησης του Ευρωκοινοβουλίου στις 29 Οκτωβρίου, στην οποία έγινε και η πρώτη ακρόαση μέσω τηλεδιάσκεψης των ευρωβουλευτών επί του σχεδίου που ξεκίνησε να συζητείται με τους κοινωνικούς εταίρους στις 14 Ιανουαρίου 2020 μετά την ανακοίνωση της ίδιας της προέδρου Φον ντερ Λάιεν.
Υπάρχουν πολλές στιγμές κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης όπου ο κ. Σμιτ δεν έκρυψε τον εκνευρισμό του στα ερωτήματα και τις αμφισβητήσεις που εξέφρασαν βουλευτές από το συντηρητικό τόξο, ειδικότερα από χώρες όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία αλλά και βουλευτές των σκανδιναβικών χωρών.
«Θα μας αναγκάσετε να παραβιάσουμε τις εθνικές μας παραδόσεις;» ρώτησε ευρωβουλευτής υπεραμυνόμενη της πολωνικής πρακτικής να καθορίζεται ο κατώτατος μισθός διά νόμου και μόνο το 17% με συμβάσεις
«Υπάρχουν τεράστιες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών-μελών. Σε χώρες όπως η Αυστρία οι συμβάσεις με συλλογική διαπραγμάτευση φτάνουν στο 100%. Σε άλλες χώρες, όπως η Ουγγαρία, μόνο το 20% των μισθών καθορίζεται με συλλογικές συμβάσεις. Εμείς δεν έχουμε δικαίωμα από τη Συνθήκη να καθορίσουμε κατώτατους μισθούς. Αυτό που θέλουμε είναι να ενισχυθούν οι κοινωνικοί εταίροι για να συνάπτουν συμβάσεις, ώστε να φτάσουν το 70%» απάντησε ο επίτροπος.
«Με τρομοκρατεί το περιεχόμενο μιας τέτοιας πρότασης» ανέφερε η Σουηδή ευρωβουλευτής Al-Sahlani Abir (από την πολιτική ομάδα Renew Europe Group). «Αντιλαμβάνομαι τα επιχειρήματά σας για κοινωνική σύγκλιση προς τα πάνω. Αλλά αν δεν δημιουργήσει κανείς ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας με εθνικές πολιτικές δεν υπάρχει μαγικό τρικ σε επίπεδο Ε.Ε. που θα επιλύσει την απουσία του κράτους πρόνοιας. Κι ακριβώς αυτό είναι που δεν βλέπω. Στην πρότασή σας δεν αποδίδετε ευθύνη στο ιθύνοντες για την εθνική πολιτική. Νομίζω ότι εδώ η Ε.Ε. κινείται χωρίς να έχει έναν σταθερό χάρτη και ουσιαστικά δεν υποστηρίζεται εκείνους που έχουν πραγματική ανάγκη» ανέφερε η ευρωβουλευτής.
«Η πρόταση σας έπρεπε να είναι πιο θαρραλέα» σημείωσε η Özlem Demirel (GUE/NGL). «Αρκεί ο κατώτατος μισθός να είναι στο 60% του διάμεσου μισθού γι’ αυτούς που είναι στη δίνη της φτώχειας; Γιατί δεν προβλέπετε κάποιες κόκκινες γραμμές;» αναρωτήθηκε η ευρωβουλευτής από την Αριστερά.
«Υπερβαίνετε τις αρμοδιότητές σας. Τώρα μέσα στην πανδημία δεν είναι ο κατάλληλος τρόπος για τέτοιες αλλαγές» επέκρινε τον Ευρωπαίο επίτροπο η Πολωνή Szydlo Βeata (από την πολιτική ομάδα των συντηρητικών ECR).
«Δεν παραβιάζουμε τα εθνικά συστήματα, αλλά θέλουμε να ενθαρρύνουμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για την υπογραφή αξιοπρεπών μισθών. Περίπου το 10% των εργαζομένων που καθημερινά εργάζονται ζουν σήμερα σε καθεστώς φτώχειας» απάντησε ο κ. Σμιτ. Τόνισε δε ότι η ψαλίδα μεταξύ των μισθών στα 27 κράτη-μέλη είναι πολύ μεγάλη, 1 προς 7, κι επέμεινε πως το ζητούμενο είναι ένα πλαίσιο ελέγχου ώστε η κοινωνική σύγκλιση να γίνει προς τα πάνω.
Αντίκτυπος στην απασχόληση
Ο πιθανός αρνητικός αντίκτυπος στην απασχόληση αναμένεται να είναι περιορισμένος. Υπολογίζεται περίπου 0,5% της συνολικής απασχόλησης, εάν τα κράτη-μέλη αυξήσουν τον κατώτατο μισθό στο 60% του μέσου μισθού.
Μέτριες οι οικονομικές επιπτώσεις της αύξησης
Η αύξηση του νόμιμου κατώτατου μισθού στο 60% του μέσου μισθού ή στο 50% του μέσου μισθού σε όλες τις χώρες με νόμιμο εθνικό ελάχιστο μισθό θα συνεπάγεται αύξηση του καθαρού κόστους περίπου 12 δισεκατομμυρίων ευρώ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ε.Ε., περίπου τα ¾ του οικονομικού κόστους των υψηλότερων κατώτατων μισθών βαρύνουν τους καταναλωτές, ενώ περίπου το ¼ βαρύνει τις επιχειρήσεις.
Ο αντίκτυπος στις επιχειρήσεις μετριάζεται από το γεγονός ότι αυξάνεται η κατανάλωση εργαζομένων με χαμηλό μισθό, υποστηρίζοντας έτσι την εγχώρια ζήτηση. Η αύξηση του συνολικού μισθολογικού κόστους στην Ε.Ε. αναμένεται να είναι μέτρια, περίπου 1% (51-53 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως), εάν τα κράτη-μέλη με νόμιμους κατώτατους μισθούς τούς αυξήσουν στο 50% ή στο 60% του μέσου μισθού.
♦ Γράψτε και στείλτε τη γνώμη ή την πρότασή σας για την κοινωνική Ευρώπη στη διεύθυνση: https://ec.europa.eu/eusurvey/runner/8257efae-81ed-bee9-ccab-e143deae5ea2
Κάθε Δευτέρα η «Eφ.Συν.» θα ενημερώνει τους αναγνώστες της σταθερά μέσα από αυτήν τη σελίδα για ειδήσεις που «γεννιούνται» στα όργανα της θεσμικής Ευρώπης και δεν βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας.
 
Χριστίνα Κοψίνη
Πηγή: efsyn.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια: