Δευτέρα 28 Ιουνίου 2021

Το γράψιμο ως συνάντηση

Το γράψιμο μπορεί να δημιουργήσει τη συνθήκη που καταφέρνει να αντιστρέψει το εφήμερο των εφημερίδων και να δώσει στα κείμενα μια διάσταση διαφορετική από τις ταχύτητες του κυρίαρχου λόγου των social media.
Τα τελευταία χρόνια το γράψιμο γίνεται μια όλο και πιο δύσκολη υπόθεση. Είναι που η πανδημία και τα οριακά μέτρα που πάρθηκαν αποξέραναν τη ζωή από τις θεματικές της, μονοπώλησαν με κάθε τρόπο, έγιναν μονοφωνία μέσα στην έκτακτη συνθήκη τους.
Στη συνέχεια μετατράπηκαν στο πιο ακραίο κοινότοπο, στην υγειονομική ρουτίνα της ανίας, σε ένα τίποτα που διαδέχεται το τίποτα. Πώς να γράψεις σε τέτοια έρημο; Οταν το απροσδόκητο, το ξαφνικό ή το νέο ταυτίστηκαν με τον κίνδυνο, όταν η ανθρώπινη δραστηριότητα απολυμάνθηκε και ολόκληρη η ζωή κατάντησε μεταφορά της ζωής που ζούσαμε;
Μέσα σε αυτή τη συνθήκη της μηδενικής εμπειρίας, η κυβέρνηση φρόντισε να δίνει πολλές αφορμές για γράψιμο. Ακραία και προκλητικά μέτρα σε μια περίοδο που το ζητούμενο ήταν η κοινωνική συμφωνία, ακραίες ανιδημοκρατικές στάσεις, σκάνδαλα που συνόρευαν με το πρωθυπουργικό περιβάλλον. Οι αφορμές δεν έλειψαν. Οπως και τα κείμενα, τα σχόλια, οι αναλύσεις. Μόνο που αυτές σε συντριπτικό βαθμό βρήκαν τη θέση τους στην αμεσότητα των social media.
Οταν παραδίδεις το κείμενό σου (στην καλύτερη περίπτωση) τρεις μέρες πριν από την έκδοση της εφημερίδας, λειτουργείς εντός ενός χρονικού περιθωρίου κατά τη διάρκεια του οποίου άλλα γεγονότα μπορεί να έχουν επικαλύψει τη σημασία του γεγονότος για το οποίο γράφεις. Και το άγχος της επικαιρότητας σε σπρώχνει να γίνεσαι όλο και πιο επικαιρικός, να προσπαθείς να σχολιάσεις τα άμεσα τεκταινόμενα, να προσπαθείς διαρκώς να έχεις το δάχτυλό σου στον παλμό των συμβάντων, να είσαι σε εγρήγορση ώστε να ενημερώνεσαι, να προσπαθείς και εσύ να συμβάλεις στον συλλογικό σχολιασμό και να προσπαθήσεις κι εσύ να συνδιαμορφώσεις την κυρίαρχη μαζική άποψη. Εδώ δεν υπάρχει καλό ή κακό. Ετσι είναι η συνθήκη της εποχής. Και με βάση αυτή την παραδοχή πρέπει να κινηθείς.
Ολοι οφείλουν να έχουν γνώμη για όλα όλη την ώρα. Και ταυτόχρονα οφείλουν να την καταθέτουν. Αυτή είναι η καταπιεστική συνθήκη του δημόσιου λόγου όπως διαμορφώνεται. Με τα θετικά και τα αρνητικά της ανάλογα με την οπτική μας. Το θέμα (του άρθρου, όχι της κοινωνίας) είναι πώς να γράψεις εσύ μέσα σε αυτή τη συνθήκη. Και ταυτόχρονα για τι και γιατί να γράψεις. Στην αρθρογραφία, τα χρονογραφήματα, τη λογοτεχνία σου. Αρκεί μια ποιοτική στόχευση (εγώ θα γράψω καλύτερα) για να εξευμενίσει την υπερπροσφορά της γραφής που επιτελείται στις μέρες μας; Είναι αρκετή μια συνθήκη ανταγωνισμού ώστε να νομιμοποιήσει τη δική σου γραφή; Ή έστω ένα άρθρο σου; Δεν είμαι σίγουρος πως βρίσκω νόημα σε κάτι τέτοιο.
Πρέπει να επιστρέψουμε πίσω στην αρχική μας σχέση με το γράψιμο. Στη συνθήκη αυτή που καταφέρνει να αντιστρέψει το εφήμερο των εφημερίδων και να δώσει στα κείμενα μια διάσταση διαφορετική από τις ταχύτητες του κυρίαρχου λόγου των social media. Κατά την άποψή μου μια τέτοια μετατόπιση δεν είναι υποχρεωτικά ποιοτική. Είναι ζήτημα περιεκτικότητας. Και πιο συγκεκριμένα περιεκτικότητας των κειμένων σε σιωπή.
Η μη άμεση σχέση με τον αναγνώστη, το ταξίδι ενός άρθρου μέχρι αυτόν, η τυχαία συνάντηση, οι δεδομένες θετικές ή αρνητικές αντιδράσεις, όλο αυτό το κομμάτι του αγνώστου που θα ακολουθήσει το γράψιμο του άρθρου στην πραγματικότητα ενυπάρχει και μέσα σε αυτό. Είναι η σιωπή του μη άμεσου βλέμματος και της ακαριαίας αντίδρασης, η σιωπή ανάμεσα στον πομπό και τον δέκτη, το ρίσκο του αγνώστου. Η σιωπή αυτή πρέπει να πυκνώσει. Γιατί η σιωπή αυτή είναι αναγκαία συνθήκη συνάντησης. Ακριβώς γιατί δίνει χώρο στον άλλο. Και μαζί στη άρνηση, την αντίδραση, την αδιαφορία του.
Γράφουμε γιατί έχουμε ανάγκη να συναντιόμαστε. Σε ένα περιστατικό, μια περιγραφή, μια γνώμη. Κυρίως με αυτούς που δεν συναντιόμαστε. Με αυτό το πλήθος των δυνητικών αναγνωστών που φωτοσυνθέτει τη σιωπή του μέσα στα κείμενά μας. Με τους φίλους που έχουμε καιρό να μιλήσουμε ή έχουμε χαθεί εντελώς. Μπορεί να μη διαβάσουν τα κείμενά μας, αλλά οι γνώμες τους είναι κομμάτι των περιεχομένων τους. Με όσους έφυγαν και μας επιφόρτισαν να ακούμε τις φωνές τους στη σιωπή που άφησαν πίσω. Με τον μελλοντικό εαυτό μας που θα μας κρίνει βάναυσα. Με τον χρόνο όπως αυτός μας αναιρεί. Με τους ανθρώπους ως μια φαντασιακή κοινότητα που κουβαλούμε μέσα μας. Με τον Αλλο ο οποίος δεν υπάρχει παρά μόνο όταν τον συναντήσεις.
(Την ερχόμενη Τρίτη 29 Ιουνίου και ώρα 19.00 επιχειρούμε μια τέτοιου τύπου συνάντηση. Παρουσιάζουμε στη Δημοτική Αγορά της Κυψέλης το βιβλίο «Ανοχύρωτη Πόλη» με άρθρα αυτής της στήλης αλλά και αρκετά ακόμα κείμενα. Δεν μπορούμε λοιπόν παρά να σας καλέσουμε σε αυτή μας τη συνάντηση.)
 
Θωμάς Τσαλαπάτης
Πηγή: efsyn.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: